Ο Κωστίκας πάνω στη σκάλα επιδιορθώνει τη στέγη του.
Περνάει ο ταχυδρόμος και του λέει:
-Καλημέρα Κωστίκα, έχεις ένα γράμμα κατέβα να το πάρεις.
-Δεν μπορώ τώρα, άνοιξε το εσύ, δικός μου άνθρωπος είσαι.
Το ανοίγει ο ταχυδρόμος αλλά δεν βλέπει τίποτε άλλο παρά μία λευκή σελίδα.
- Μα εδώ δεν γράφει τίποτα Κωστίκα, του λέει. Κι ο Κωστίκας:
-Αααα, ξέρω, είναι από τον Γιωρίκα, είμαστε μαλωμένοι και δεν μιλιόμαστε!
Περνάει ο ταχυδρόμος και του λέει:
-Καλημέρα Κωστίκα, έχεις ένα γράμμα κατέβα να το πάρεις.
-Δεν μπορώ τώρα, άνοιξε το εσύ, δικός μου άνθρωπος είσαι.
Το ανοίγει ο ταχυδρόμος αλλά δεν βλέπει τίποτε άλλο παρά μία λευκή σελίδα.
- Μα εδώ δεν γράφει τίποτα Κωστίκα, του λέει. Κι ο Κωστίκας:
-Αααα, ξέρω, είναι από τον Γιωρίκα, είμαστε μαλωμένοι και δεν μιλιόμαστε!