Καθόταν ο εφοπλιστής γέρο Λιβανός και έπινεν με την παρέα του εφοπλιστάδες στο λιμάνι.
Περνά η Σκούνα (ρακένδυτος γέρος πότης) και ο γέρο Λιβανός τον φωνάζει ειρωνικά στο τραπέζι.
Θα σε κεράσω μια σούμα να μας πης ενα τραγούδι.
Λέει το λοιπό η Σκούνα:
Ο ουρανός κι θάλασσα έχουν το ίδιο χρώμα,η Σκούνα κι ο Λιβανός θα μπουν στο ίδιο χώμα.
Πέρασε ένας Χρόνος και πέθανε ο γερο Λιβανός.
Έτυχε και περνούσε η Σκούνα απο το ίδιο μαγαζί και οι εφοπλιστάδες φωνάζουν πάλι την Σκούνα για να τον ειρωνευτούν.
Θα σε κεράσουμαι μια σούμα να μας πης ενα τραγούδι.
Λέει πάλι η Σκούνα:
Ο ουρανός κι θάλασσα έχουν το ίδιο χρώμα, ο Λιβανός απέθανε μα η Σκούνα ζεί ακόμα.
Περνά η Σκούνα (ρακένδυτος γέρος πότης) και ο γέρο Λιβανός τον φωνάζει ειρωνικά στο τραπέζι.
Θα σε κεράσω μια σούμα να μας πης ενα τραγούδι.
Λέει το λοιπό η Σκούνα:
Ο ουρανός κι θάλασσα έχουν το ίδιο χρώμα,η Σκούνα κι ο Λιβανός θα μπουν στο ίδιο χώμα.
Πέρασε ένας Χρόνος και πέθανε ο γερο Λιβανός.
Έτυχε και περνούσε η Σκούνα απο το ίδιο μαγαζί και οι εφοπλιστάδες φωνάζουν πάλι την Σκούνα για να τον ειρωνευτούν.
Θα σε κεράσουμαι μια σούμα να μας πης ενα τραγούδι.
Λέει πάλι η Σκούνα:
Ο ουρανός κι θάλασσα έχουν το ίδιο χρώμα, ο Λιβανός απέθανε μα η Σκούνα ζεί ακόμα.