Ένας τύπος μπαίνει σε ένα πιάνο-μπαρ και παραγγέλνει ένα ουίσκυ.
Ενώ το πίνει ήσυχος, εντελώς ξαφνικά εμφανίζεται μια μαϊμού, ανεβαίνει στην μπάρα,
βουτάει τα παπάρια της στο ουίσκυ του και εξαφανίζεται.
Έκπληκτος ο τύπος ρωτάει τον διπλανό του αν είδε την σκηνή
αυτή και εκείνος του απαντά:
Αυτή είναι η μαϊμού του πιανίστα. Την φέρνει καμμιά φορά εδώ.
Καλά, πρέπει σώνει και καλά να την κουβαλάει μαζί του την κωλο-μαϊμού;
Τι σίχαμα!, απαντάει ο πρώτος θυμωμένος.
Ο δεύτερος, συμμεριζόμενος τα νεύρα του πρώτου, του λέει:
Εγώ στη θέση σου θα πήγαινα στον πιανίστα και θα του ζητούσα τον λόγο!
Οπότε ο πρώτος, ακολουθώντας τα λόγια του δεύτερου, πηγαίνει
στον πιανίστα και του λέει:
Η μαϊμού σου βούτηξε τα παπάρια της στο ουίσκυ μου.
Και συμπληρώνει: Το ξέρεις;
Οπότε παίρνει την εξής απάντηση από τον πιανίστα:
Δεν το ξέρω το συγκεκριμένο, αλλά αν μου το σφυρίξεις
λίγο μπορώ να το παίξω!
Ενώ το πίνει ήσυχος, εντελώς ξαφνικά εμφανίζεται μια μαϊμού, ανεβαίνει στην μπάρα,
βουτάει τα παπάρια της στο ουίσκυ του και εξαφανίζεται.
Έκπληκτος ο τύπος ρωτάει τον διπλανό του αν είδε την σκηνή
αυτή και εκείνος του απαντά:
Αυτή είναι η μαϊμού του πιανίστα. Την φέρνει καμμιά φορά εδώ.
Καλά, πρέπει σώνει και καλά να την κουβαλάει μαζί του την κωλο-μαϊμού;
Τι σίχαμα!, απαντάει ο πρώτος θυμωμένος.
Ο δεύτερος, συμμεριζόμενος τα νεύρα του πρώτου, του λέει:
Εγώ στη θέση σου θα πήγαινα στον πιανίστα και θα του ζητούσα τον λόγο!
Οπότε ο πρώτος, ακολουθώντας τα λόγια του δεύτερου, πηγαίνει
στον πιανίστα και του λέει:
Η μαϊμού σου βούτηξε τα παπάρια της στο ουίσκυ μου.
Και συμπληρώνει: Το ξέρεις;
Οπότε παίρνει την εξής απάντηση από τον πιανίστα:
Δεν το ξέρω το συγκεκριμένο, αλλά αν μου το σφυρίξεις
λίγο μπορώ να το παίξω!